12 research outputs found

    Impact of safety-related dose reductions or discontinuations on sustained virologic response in HCV-infected patients: Results from the GUARD-C Cohort

    Get PDF
    BACKGROUND: Despite the introduction of direct-acting antiviral agents for chronic hepatitis C virus (HCV) infection, peginterferon alfa/ribavirin remains relevant in many resource-constrained settings. The non-randomized GUARD-C cohort investigated baseline predictors of safety-related dose reductions or discontinuations (sr-RD) and their impact on sustained virologic response (SVR) in patients receiving peginterferon alfa/ribavirin in routine practice. METHODS: A total of 3181 HCV-mono-infected treatment-naive patients were assigned to 24 or 48 weeks of peginterferon alfa/ribavirin by their physician. Patients were categorized by time-to-first sr-RD (Week 4/12). Detailed analyses of the impact of sr-RD on SVR24 (HCV RNA <50 IU/mL) were conducted in 951 Caucasian, noncirrhotic genotype (G)1 patients assigned to peginterferon alfa-2a/ribavirin for 48 weeks. The probability of SVR24 was identified by a baseline scoring system (range: 0-9 points) on which scores of 5 to 9 and <5 represent high and low probability of SVR24, respectively. RESULTS: SVR24 rates were 46.1% (754/1634), 77.1% (279/362), 68.0% (514/756), and 51.3% (203/396), respectively, in G1, 2, 3, and 4 patients. Overall, 16.9% and 21.8% patients experienced 651 sr-RD for peginterferon alfa and ribavirin, respectively. Among Caucasian noncirrhotic G1 patients: female sex, lower body mass index, pre-existing cardiovascular/pulmonary disease, and low hematological indices were prognostic factors of sr-RD; SVR24 was lower in patients with 651 vs. no sr-RD by Week 4 (37.9% vs. 54.4%; P = 0.0046) and Week 12 (41.7% vs. 55.3%; P = 0.0016); sr-RD by Week 4/12 significantly reduced SVR24 in patients with scores <5 but not 655. CONCLUSIONS: In conclusion, sr-RD to peginterferon alfa-2a/ribavirin significantly impacts on SVR24 rates in treatment-naive G1 noncirrhotic Caucasian patients. Baseline characteristics can help select patients with a high probability of SVR24 and a low probability of sr-RD with peginterferon alfa-2a/ribavirin

    The role of cytomegalovirus (CMV) in the pathogenesis of gastric adenocarcinoma

    No full text
    Background: Human carcinogenesis is a multifactorial process. The etiological factors and mechanisms still remain unclear. In many cases viruses and bacterias are involved. The aim of the present study was to estimate a possible role of cytomegalovirus (CMV), alone or in correlation with helicobacter pylori (HP), in the pathogenesis of gastric adenocarcinoma.Methods: A total of 80 non immunocompromised patients, 40 with gastric cancer and 40 with premalignant lesions (chronic gastritis, gastric atrophy, intestinal metaplasia, gastric polyps) as well as 80 individuals with non endoscopic evident gastric disease, considered as control group, were enrolled in the study. Were obtained bioptic specimens from the malignant and the premalignant lesions, 3 cm away from the lesions and also from endoscopically healthy mucosa from the patients and the control group. The method used to identify the CMV genome was polymerase chain reaction (PCR). The presence of HP was investigated with CLO test and histological examination of mucosal gastric samples from the antrum and/or the corpuse of the stomach. Multivariate statistical analysis was performed correlating the results with epidemiological parameters (age, sex, smoking, alcohol) which may be involved in the pathogenesis of the disease.Results: The viral genome was detected in 11 out of 40 (27.5%) tissue samples from malignant lesions, in 15 out of 40 (37.5%) samples from premalignant lesions, but in none of the bioptic specimens from endoscopically healthy mucosa either from patients or from the control group. The statistical analysis revealed a significant difference in the detection rate between the control population and the two examined groups of patients (p<0.001). No significant statistical correlation was observed between the detection rate of viral genome and the detection rate of HP in the two examined groups of patients (p=0.999 and p=0.317 respectively) and also between the detection rate of CMV and the epidemiological parameters involved in gastric carcinogenesis.Conclusion: Our results indicate a possible role of CMV in the gastric adenocarcinoma pathogenesis as an independent factor in a subgroup of patients.Ο γαστρικός καρκίνος είναι ένα νεοπλασματικό νόσημα με παγκόσμια γεωγραφική κατανομή και συχνότητα που ποικίλει ευρέως στις διάφορες περιοχές του πλανήτη. Αποτελεί τη δεύτερη πλέον συχνή αιτία θανάτου από κακοήθεια σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι πλέον υψηλοί δείκτες συχνότητας απαντιούνται σε χώρες όπως η Ιαπωνία, η Χιλή, η Κόστα Ρίκα, η Ρωσική Ομοσπονδία και πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες καθώς και κάποιες περιοχές της Κίνας, ενώ οι χαμηλότεροι δείκτες καταγράφονται στις Η.Π.Α., στο Ηνωμένο Βασίλειο, στον Καναδά, στην Αυστραλία και σε κάποιες χώρες της Αφρικανικής ηπείρου.Παρά το γεγονός ότι εδώ και πολλές δεκαετίες έχει γίνει κατανοητό ότι η καρκινογένεση είναι πολυπαραγοντικό φαινόμενο, τα τελευταία μόλις χρόνια έχουν γίνει γνωστοί σε μοριακό επίπεδο κάποιοι μηχανισμοί, οι οποίοι οδηγούν στην εμφάνισή της.Στους μηχανισμούς αυτούς πιθανολογείται ότι κάποιοι ιοί ή βακτηρίδια εμπλέκονται, η δράση των οποίων, όπως φαίνεται, επηρεάζει με άμεσο ή έμμεσο τρόπο την κυτταρική ανάπτυξη και λειτουργία, με αποτέλεσμα την εμφάνιση καρκίνου. Οι ιοί οι οποίοι πιθανόν να σχετίζονται με την ανάπτυξη των νεοπλασμάτων του πεπτικού, που είναι το αντικείμενο της παρούσας μελέτης είναι οι HBV, HCV , CMV και HSV 1 , καθώς επίσης και το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού (HP). Ιδιαίτερα το τελευταίο θεωρείται ότι σχετίζεται σε μεγάλο ποσοστό με την εμφάνιση του καρκίνου του στομάχου. Τα υψηλά ποσοστά ανίχνευσης εξάλλου του CMV στους ασθενείς με καρκίνο του στομάχου, θέτουν το ερώτημα του κατά πόσο και με ποιο τρόπο ο ιός αυτός μεμονωμένα ή συνεργικά με άλλους παράγοντες, όπως το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, διαδραματίζει κάποιο ενεργό ρόλο στην ανάπτυξη της νόσου .Στην παρούσα μελέτη επιχειρήθηκε μια προσέγγιση αυτής της υπόθεσης με τη μελέτη ιστοτεμαχιδίων γαστρικού βλεννογόνου που ε- λήφθησαν από ασθενείς με καρκίνο στομάχου και προκαρκινικές καταστάσεις. Συγκεκριμένα έγινε προσπάθεια ανίχνευσης του γονιδιώματος του CMV με τη μέθοδο της αλυσιδωτής αντίδρασης της πολυμεράσης (PCR) επί ιστικών δειγμάτων που ελήφθησαν ενδοσκσπικά από τις βλάβες καθώς και από ενδοσκοπικά υγειείς περιοχές πλησίον και άπω των βλαβών όπως επίσης και επί ιστικών δειγμάτων γαστρικού βλεννογόνου υγιών μαρτύρων. Η μελέτη της συμπεριφοράς του CMV με τη μέθοδο PCR διενεργήθη στο Πειραματικό Ιολογικό Εργασήριο του κέντρου Ιατρικών Ερευνών "Γ.Παπανικολάου". Εκ παραλλήλου έγινε ορο- λογικός έλεγχος αντισωμάτων έναντι του CMV και καθορισμός του τίτλου αυτών καθώς και προσπάθεια συσχετισμού της νόσου με τη λοίμωξη από το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, το κάπνισμα, την κατανάλωση αλκοόλ και το ιστορικό μακροχρόνιας λήψης μη στεροειδών αντιφλεγ- μονοδών και ασπιρινούχων φαρμάκων. Η ιστολογική εξέταση βιοπτικού υλικού από τις βλάβες, προς επιβεβαίωση της διάγνωσης, έγινε στο Παθολογοανατομικό Εργαστήριο του Νοσοκομείου "Ο Αγιος Σάββας ". Συνολικά στην έρευνα έλαβαν μέρος 160 άτομα:• 40 ασθενείς με αδενοκαρκίνωμα στομάχου• 40 ασθενείς με προκαρκινικές καταστάσεις στομστομάχου (πολύποδες, εντερική μεταπλασία, γαστρική ατροφία)• 80 μάρτυρεςΑπό τα συλλεχθέντα δείγματα πραγματοποιήθηκε εξαγωγή χρω- μοσωμιακού DNA. Στο εξαχθέν DNA διεξήχθησαν τα πειράματα ανίχνευσης του ιού με τη μέθοδο PCR. Για την πραγματοποίηση της μεθόδου αυτής, για τον προσδιορισμό του CMV, χρησιμοποιήθηκαν ως ε- ναρτήρια μόρια τα κάτωθι:• Sense primer : 5’ CCA AGC GGC CTC TGA TAA CCA AGC C 3’• Antisense primer: 5’ CAG CAC CAT CCT CCT CCT CCT CTG G 3’To γονιδίωμα του CMV ανιχνεύθηκε σε 11 εκ των 40 ιστικών δειγμάτων που ελήφθησαν από καρκινικό ιστό (ποσοστό 27,5%), σε 15 εκ των 40 ιστικών δειγμάτων που ελήφθησαν από προκαρκινικές βλάβες (ποσοστό 37,5%), ενώ σε κανένα ιστικό δείγμα ληφθέν από περιοχές του γαστρικού βλεννογόνου πλησίον και άπω των νεοπλασματικών και προνεοπλασματικών βλαβών καθώς και από το γαστρικό βλεννογόνο των μαρτύρων (ποσοστό 0,0%). Διεφάνη ότι υφίσταται στατιστικώς σημαντική διαφορά όσον αφορά τα ποσοστά ανίχνευσης του CMV με τη μέθοδο PCR μεταξύ μαρτύρων και ασθενών των δύο εξεταζομένων ομάδων (ρ<0,001).Όσον αφορά τα αντισώματα ορού έναντι του CMV, IgG αντισώματα ανιχνεύθησαν σε 38 από 40 ασθενείς με γαστρικό αδενοκαρκίνωμα (ποσοστό 95%), σε 37 από τους 40 ασθενείς με προκαρκινικές βλάβες (ποσοστό 92%) και σε 76 από τους 80 μάρτυρες (ποσοστό 95 %). Τα ποσοστά ανίχνευσης του IgM αντισώματος ήταν 5%, 0% και 1,3% αντίστοιχα για τις τρεις ομάδες. Ο στατιστικός έλεγχος δεν έδειξε να υφί- σταται στατιστικώς σημαντική διαφορά (ρ=0,697 και ρ=0,359 αντίστοιχα).Η στατιστική συσχέτιση της συνήθειας του καπνίσματος με την παρουσία γαστρικού καρκίνου και προκαρκινικών βλαβών έδειξε ότι τα άτομα της ομάδας ελέγχου παρουσίαζαν υψηλότερα ποσοστά καπνίσματος (61 από 80, ποσοστό 76,3%) σε σχέση με τα άτομα των δύο άλλων ομάδων (24 από 40, ποσοστό 60% και 21 από 40, ποσοστό 52,5% αντίστοιχα, ρ=0,022).Επίσης διεφάνη ότι τα άτομα της ομάδας ελέγχου παρουσιάζουν μεγαλύτερη συχνότητα κατανάλωσης αλκοόλ (67 από 80, ποσοστό 83,8% ) σε σχέση με τις δύο άλλες ομάδες (23 από 40, ποσοστό 57,5% για την ομάδα του καρκίνου και 22 από 40, ποσοστό 55% για την ομάδα των προκαρκινικών βλαβών, ρ<0,001 ).Η μακροχρόνια κατανάλωση μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών και σαλικυλικών φαρμάκων δεν φάνηκε να σχετίζεται στατιστικώς με την παρουσία του γαστρικού καρκίνου και των προκαρκινικών βλαβών (ρ= 0,474 ). Τέλος, όσον αφορά το ελικοβακτηρίδιο του πυλωρού, δεν φάνηκε να υφίσταται στατιστικώς σημαντική διαφορά ως προς το ποσοστό ανίχνευσης του μεταξύ των δύο ομάδων ασθενών (ρ=0,074).Συσχετίζοντας το ποσοστό ανίχνευσης του DNA του ιού και το ποσοστό ανίχνευσης του ελικοβακτηριδίου του πυλωρού δεν διεφάνη ότι υφίσταται στατιστικώς σημαντική διαφορά αναφορικά με την ανάπτυξη αδενοκαρκινώματος και των προδρόμων αυτού βλαβών (ρ= 0,999 και ρ=0,317 αντίστοιχα).Αρνητική συσχέτιση με το αδενοκαρκίνωμα του στομάχου διεφάνη και όσον αφορά τα ποσοστά ανίχνευσης των IgG και IgM αντισωμάτων, της συνήθειας του καπνίσματος και της κατανάλωσης αλκοόλ

    Pancreatic duct guidewire placement for biliary cannulation in a single-session therapeutic ERCP

    No full text
    AIM: To investigate the technical success and clinical complication rate of a cannulated pancreatic duct with guidewire for biliary access
    corecore